Η αναδρομική της Μπίας Ντάβου (1932-1996), και όσες θα ακολουθήσουν τα επόμενα χρόνια, εντάσσεται στο πλαίσιο της εκθεσιακής μας πολιτικής, η οποία κατά τον ιστορικό της άξονα έχει ως στόχο την ανάδειξη του χρονικού βάθους της σύγχρονης τέχνης στην Ελλάδα, με έμφαση στις πειραματικές και κριτικές αναζητήσεις και πραγματώσεις των δεκαετιών ’60 και ’70. Η μεγάλη ιστορική έκθεση του ΕΜΣΤ με τίτλο Τα χρόνια της αμφισβήτησης: Η τέχνη του ’70 στην Ελλάδα, η οποία πραγματοποιήθηκε το 2005, άνοιξε το δρόμο σε μια εις βάθος γνωριμία και κριτική επανεξέταση της πρόσφατης ιστορίας μας μέσα από επιλεκτικές παρουσιάσεις μεμονωμένων καλλιτεχνών, περισσότερο ή λιγότερο προβεβλημένων. Η πρώτη έκθεση του κύκλου αυτού ήταν για μας διπλά οφειλόμενη. Ερευνητικό και εξ ορισμού ποιητικό το έργο της Ντάβου, που αντιπροσωπεύεται με ιδιαίτερη πληρότητα στη συλλογή του Μουσείου, μετά τη μεγάλη δωρεά του Ζάφου Ξαγοράρη το 2002, σηματοδοτεί τις απαρχές εννοιολογικών και γλωσσοκεντρικών τάσεων και κατευθύνσεων που απελευθέρωσαν την καλλιτεχνική πράξη από το καλλιτεχνικό αντικείμενο, μετατοπίζοντας τη σημασία από το τελικό αισθητικό προϊόν σε έννοιες, πρακτικές και διαδικασίες. Σχέδια, δοκιμές, φωτοτυπίες, κολάζ, λέξεις και κείμενα είναι ο κύριος όγκος αυτού του έργου που εστιάζει την έρευνά του στη γεφύρωση του χάσματος ανάμεσα στην καλλιτεχνική δημιουργία και στην επιστήμη, στη διασταύρωση διαφορετικών κωδίκων, συστημάτων και γλωσσών, ιδιαίτερα της ποίησης και των μαθηματικών. Το πέρασμά της καλλιτέχνιδος από την αφαιρετική προβληματική και η αναζήτηση των ορίων της εικαστικής γλώσσας στα πρώιμα εντελή ζωγραφικά έργα του ’60 θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως το πρώτο, αναγκαίο ίσως, στάδιο αυτής της καλλιτεχνικής έρευνας που κράτησε μέχρι το τέλος. Χρωματικές φόρμες, σχεδιαστικά σημεία και παραλλαγές που γεννιούνται μέσα στην ίδια την πράξη της γραφής προδιατυπώνουν μεταγενέστερες σχεδιαστικές ταυτολογίες βασισμένες σε μαθηματικά δεδομένα, και εικόνες που συναρθρώνονται από σχέδια, στίγματα και στιχικές μονάδες κατά μαθηματική τάξη. Η γραφή, στο κέντρο πάντα της δημιουργικής διαδικασίας, μας αποκαλύπτει τη διπλή όψη των πραγμάτων και το ποιητικό βάθος του έργου της Μπίας Ντάβου.
Επιμέλεια: Σταμάτης Σχιζάκης, Τίνα Πανδή
ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ
Επιμέλεια έκδοσης: Τίνα Πανδή, Σταμάτης Σχιζάκης
Κείμενα: Τίνα Πανδή, Μπία Παπαδοπούλου, Χάρης Σαββόπουλος Σταμάτης Σχιζάκης
248 σελ., 30 Χ 24 εκ, Αθήνα 2008
Δίγλωσσος (Ελληνικά / Αγγλικά)
Με κείμενα και αναπαραγωγές των έργων
ISBN 978-960-8349-32-2
Διατίθεται προς πώληση: τιμή 25 €
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ:
«
Αυτό που μ’ ενδιέφερε πάνω
απ’ όλα είναι η έρευνα […], η ζωή
μου, για να έχει ενδιαφέρον, πρέπει
να είναι σαν ενός ερευνητή που
συνεχώς σκάβει και ψάχνει.
Μπία Ντάβου
Αν η τέχνη της δεκαετίας του ’70 επιχείρησε να επανακαθορίσει το ρόλο του δημιουργού και τις συνθήκες παραγωγής του έργου τέχνης, η Μπία Ντάβου (1932-1996), με πνευματική αυστηρότητα και πειθαρχία, ανέπτυξε, μέσα από την ώσμωση με τις καλλιτεχνικές επιδιώξεις της εποχής, ένα προσωπικό, ιδιοσυγκρασιακό καλλιτεχνικό έργο με γνήσια ποιητική και στοχαστική διάσταση. Η δημιουργική πράξη για την Μπία Ντάβου ταυτίστηκε με μία διά βίου δραστηριότητα, που απαίτησε την ολοκληρωτική πνευματική, διανοητική και σωματική αφοσίωση της καλλιτέχνιδας, αγγίζοντας το μεταιχμιακό όριο ταύτισης της ζωής και της τέχνης.
Γυναίκα δημιουργός που αναδείχθηκε στο πλαίσιο αναζητήσεων της ελληνικής τέχνης την δεκαετίας του ’70, η Ντάβου έζησε στο ελληνικό καλλιτεχνικό περιβάλλον διατηρώντας ισχυρούς δεσμούς με προωθημένες διεθνείς καλλιτεχνικές αναζητήσεις. […] Ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’70, μέσα από μια συνεχή ερευνητική διαδικασία το έργο της προσδιορίστηκε από τα καλλιτεχνικά διακυβεύματα και τους προσανατολισμούς της εποχής. Υπερβαίνοντας τις παραδοσιακές αρχές οργάνωσης της εικαστικής δομής, η Ντάβου έθεσε στον πυρήνα των προβληματισμών της σύγχρονα αιτήματα της τέχνης, όπως η επικοινωνία μεταξύ καλλιτέχνη και κοινού, ο επαναπροσδιορισμός και η αμφισβήτηση του παραδοσιακού καλλιτεχνικού αντικειμένου, η πρόταξη της διαδικασίας δημιουργίας έναντι του τελικού έργου μέσα από την υιοθέτηση και την ανάλυση «(ενδια)-μέσων», λ.χ. των μαθηματικών εννοιών.(1) […]. Ωστόσο, πέραν των συγγενειών της με τις προαναφερθείσες αναζητήσεις, το έργο της Ντάβου εναντιώνεται σε περιοριστικές κατηγοριοποιήσεις.
Από τα μέσα της δεκαετίας του ’70 μέχρι και το 1990, η Ντάβου συνέδεσε την καλλιτεχνική της διαδρομή με την ιστορία και το περιβάλλον αμφισβήτησης και καλλιτεχνικού πειραματισμού, που καλλιεργήθηκε στην αίθουσα τέχνης Δεσμός του Μάνου Παυλίδη και της Έπης Πρωτονοταρίου, πραγματοποιώντας πέντε ατομικές εκθέσεις τα έτη 1974, 1978, 1981, 1983 και 1990, οι οποίες σηματοδοτούν καθοριστικά στάδια της καλλιτεχνικής της εξέλιξης.
Η έκθεση αποτελεί την πρώτη μεγάλη αναδρομική έκθεση της Μπίας Ντάβου που εστιάζει στην καλλιτεχνική δραστηριότητά της από τις αρχές της δεκαετίας του ’60 μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του ’90, εξετάζοντας και ερμηνεύοντας θεμελιώδη ερωτήματα και αρχές της έρευνάς της. Η κατεύθυνση αυτή υπαγόρευσε ως βασική κριτική στόχευση της έκθεσης και του συνοδευτικού καταλόγου την ανάδειξη των διεπιστημονικών και διακαλλιτεχνικών αναζητήσεων του έργου της που συνδιαλέχθηκε, σε πρώιμες εκφράσεις του, με τις νέες επικοινωνιακές συνθήκες της τεχνολογικής εποχής για να μεταλλαχθεί στη συνέχεια από ένα αυστηρό σειραϊκό σύστημα σε ένα μεστό και ειλικρινή ποιητικό στοχασμό για το μύθο, το νόστο, το χρόνο και το θάνατο. Παράλληλα, κρίθηκε σημαντική η –μέχρι τώρα ελλιπής και αποσπασματική– ανίχνευση των σχέσεων του έργου της, με καίριες κατευθύνσεις της τέχνης του ’60 και του ’70 όπως η επιστήμη της κυβερνητικής και η μαθηματική λογική, η θεμελιώδης σημασία του καννάβου, η σειραϊκή ανάπτυξη και η εφαρμογή ενός προκαθορισμένου συστήματος αρχών, ο γλωσσικός προσανατολισμός.
Η έκθεση συμπεριλαμβάνει την πλούσια συλλογή έργων της Μπίας Ντάβου του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, που προήλθε από τη δωρεά έργων της από το γιο της Ζάφο Ξαγοράρη το 2000 και το 2002, καθώς και σημαντικά φιλοξενούμενα έργα. […] Η έκθεση δομήθηκε σε ενότητες, οι οποίες παρουσιάζονται σε ανοιχτή διάταξη και οι οποίες, ακολουθώντας την ιστορική εξέλιξη του έργου της, χωρίς να εξαντλούνται αυστηρά σε έργα της ίδιας χρονικής περιόδου, αναδεικνύουν τις εννοιολογικές και μορφολογικές αναζητήσεις που διατρέχουν την καλλιτεχνική της πορεία και τις εν τω χρόνω μεταλλαγές τους.
Από τη χειρονομία στο σύστημα
Όπως για τους περισσότερους καλλιτέχνες που αναδείχθηκαν τις δεκαετίες του ’60 και του ’70, η υιοθέτηση της αφαιρετικής προβληματικής από την Μπία Ντάβου γίνεται δίοδος υπέρβασης των περιορισμών της απεικονιστικής λειτουργίας του έργου τέχνης και απεγκλωβισμού του από τη μιμητική σχέση με την πραγματικότητα.(2) Έχοντας μαθητεύσει από το διάστημα 1952 έως 1958 στο εργαστήριο του ζωγράφου Κώστα Ηλιάδη, η Ντάβου αναπτύσσει τη δεκαετία του ’60 μια μεστή και γνήσια αφαιρετική γλώσσα. Εντούτοις, θα αντιληφθεί έγκαιρα τα αδιέξοδα που υπαγορεύονται από αυτή την κατεύθυνση και θα αναζητήσει τρόπους καλλιτεχνικής δημιουργίας που δεν βασίζονται σε υποκειμενικούς χειρισμούς της ύλης.
Η μετάβαση από την αυταξία της χειρονομίας σε μια σχηματοποιημένη προκαθορισμένη δομή συντελείται στην καλλιτεχνική διαδρομή της Μπίας Ντάβου αρχικά με την ενότητα των Πλεγμάτων που δημιουργεί τα έτη 1967-1970 και στη συνέχεια με τα Διαγράμματα και τα Κυκλώματα. Στη σειρά των τρισδιάστατων Πλεγμάτων, πέρα από τον πειραματισμό της με νέα υλικά, όπως το πλεξιγκλάς και το pvc, η Ντάβου διερευνά νέους τρόπους οργάνωσης του πλαστικού χώρου μέσα από το συνδυασμό διαφανών φύλλων, η αλληλεπίδραση και η διαστρωμάτωση των οποίων παράγει το τελικό αποτέλεσμα. […]
Μετά την ενότητα των Πλεγμάτων, η καλλιτεχνική έρευνα της Μπίας Ντάβου των επόμενων ετών αναπτύσσεται σε σχέση με το αίτημα της εποχής για την κοινωνική και επικοινωνιακή λειτουργία του έργου τέχνης.(3) Πιο συγκεκριμένα, στην έρευνα της Μπίας Ντάβου, το δυαδικό σύστημα, η πρωταρχική γλώσσα των μηχανών υπολογισμού, οδηγεί την καλλιτέχνιδα στην ακολουθία Φιμπονάτσι.(4) Η σειρά Φιμπονάτσι υπήρξε καταρχήν το θεμελιώδες σύστημα ανάπτυξης του έργου της, η γενεσιουργός αρχή που ενεργοποίησε την καλλιτεχνική διαδικασία. Η σειραϊκότητα δίνει έμφαση στη διαδικασία παρά στο τελικό προϊόν, υπονομεύοντας τη μοναδικότητα του καλλιτεχνικού αντικειμένου. Στο πλαίσιο της προβληματικής αυτής που προτάσσει την καλλιτεχνική πράξη έναντι του έργου, η έννοια της ακολουθίας και της συνέχειας και όχι τα μαθηματικά συγκροτούν τον κεντρικό πυρήνα του έργου. Η ίδια σε συνέντευξή της διευκρινίζει ότι «αυτή η έρευνα με ενδιέφερε τελείως μαγικά, μυθικά, δίχως να έχω σχέση με τα μαθηματικά και πιθανόν γι’ αυτό δεν κατάλαβα τίποτε άλλο σχεδόν απ’ τα διαγράμματα, την προετοιμασία δηλαδή της σκέψης που προηγείται του προγράμματος ενός κομπιούτερ».(5) Θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι η Ντάβου κατέστησε την αρχή της σειραϊκότητας θεμελιωτικό όρο της καλλιτεχνικής της έρευνας• ολόκληρη η καλλιτεχνική της διαδρομή διέπεται από εσωτερική συνοχή και αλληλουχία, καθώς η μία ενότητα συνδέεται και προκύπτει οργανικά από την άλλη, σαν να αποτελούν δομικά στοιχεία της αυτής ακολουθίας. Ωστόσο, στον αντίποδα της αξιωματικής θέσης του Σολ ΛεΟυίτ, κατά την οποία «ο σειραϊκός καλλιτέχνης δεν επιχειρεί να κατασκευάσει ένα ωραίο η μυστηριώδες αντικείμενο, αλλά απλώς λειτουργεί ως υπάλληλος που καταρτίζει τον κατάλογο με τα αποτελέσματα των καθηκόντων του»,(6) η εργώδης χειρωνακτική πρακτική της Ντάβου αντιστρατεύεται τον ορθολογισμό του συστήματος. […]
Η διαλεκτική του νόστου και του θανάτου
Η μετατόπιση της καλλιτεχνικής δημιουργίας της Ντάβου από το σύστημα σε μια ελεύθερη δημιουργική και ποιητική πράξη πραγματοποιείται μέσω της επαφής της με την Οδύσσεια του Ομήρου.(7) Το 1981 η Μπία Ντάβου παρουσιάζει στην αίθουσα τέχνης Δεσμός μια ενότητα έργων με τίτλο Σειραϊκές δομές 2. Οδύσσεια, στην οποία οικειοποιείται μέσω μιας σχολαστικής διαδικασίας αντιγραφής και κεντήματος, στίχους του ποιητικού συνθέματος. Ο ρυθμός του εικονιστικού κειμένου καθορίζεται από την ακολουθία Φιμπονάτσι και άλλες αριθμητικές σειρές. Οι Σειραϊκές δομές 2. Οδύσσεια αφηγούνται την ίδια την περιπέτεια του κειμένου, υποβάλλοντας ποικίλες πολιτισμικές συνδηλώσεις σχετικές με το μύθο της Πηνελόπης, το νόστο του Οδυσσέα, το θάνατο των συντρόφων. Από τους χειρόγραφους ομηρικούς στίχους και τους τριγωνικούς σχηματισμούς που δημιουργούνται με την απεικόνιση της ακολουθίας Φιμπονάτσι, η καλλιτεχνική έρευνα της Ντάβου οδηγήθηκε σε περιβάλλοντα με ιστία που εκδιπλώνονται και δεσπόζουν στο χώρο. […]
Οι πυκνές μυθολογικές και διακαλλιτεχνικές αναφορές των ιστίων ανακαλούν θραύσματα της συλλογικής και της προσωπικής μνήμης, οικείες ιστορίες και αφηγήσεις. Το ταξίδι της καλλιτέχνιδας στο χρόνο, στον εαυτό της και στους άλλους γίνεται άξονας της καλλιτεχνικής της δημιουργίας. Ο χρόνος της καλλιτεχνικής πράξης της δημιουργού, ο συμβολικός χρόνος του ταξιδιού των ιστίων, ο αφηγηματικός χρόνος του ποιητικού συνθέματος αλληλοδιαπλέκονται. Υπερβαίνοντας τα αυστηρά χωροχρονικά πλαίσια, η Ντάβου με διάμεσο τα ιστία υφαίνει ένα νήμα από το παρόν στο παρελθόν, που ορίζει ένα ταξίδι στοχασμού προς την αναζήτηση «της συνέχειας και της πνευματικότητας που εμπεριέχει ένα ταξίδι […]. Ταξίδι με την έννοια της γνώσης»(8). […]
Όταν όμως, από τα τέλη της δεκαετίας του ’80, εκδηλώνεται η επώδυνη ασθένειά της, η έννοια του ταξιδιού στο έργο της μπορεί να ιδωθεί μόνο υπό την πιο ζοφερή της όψη. Το ταξίδι, ο νόστος και ο θάνατος συνυφαίνονται στα έργα της τελευταίας περιόδου. […]
Η Μπία Ντάβου θα επιχειρήσει να εξορκίσει την τραγική αυτή εμπειρία στη μνημειακή εγκατάστασή της Επιτάφιος που παρουσιάζεται το 1990. Μέσα από τη «δραματοποίηση» του προσωπικού της βιώματος, η Ντάβου διαλογίζεται σχετικά με το θάνατο και την ανθρώπινη συνθήκη, σε μια οικουμενική και παγκόσμια διάσταση. Ο Επιτάφιος είναι και αυτός ένα ταξίδι, όμως τα φορεία συνιστούν οχήματα που δεν ταξιδεύουν, όπως τα ιστία, στο χώρο ή στο χρόνο, αλλά από τη ζωή στο θάνατο. Το 1992, δύο χρόνια μετά τον Επιτάφιο, στο έργο Σειραϊκές απο-ανα-δομές, ένα εικαστικό ημερολόγιο 367 σχεδίων, που πραγματοποιεί με μια αυτοθεραπευτική εμμονή η καλλιτέχνις στη διάρκεια ενός έτους, η αγωνία του θανάτου διαπλέκεται με το ταξίδι της καλλιτεχνικής αναζήτησης. Στα τελευταία σχέδια του έργου, οι δύο λέξεις νόστος και θάνατος παρουσιάζονται, αρχικά σβησμένες και δυσδιάκριτες, για να εμφανιστούν με μεγαλύτερη καθαρότητα στα σχέδια του τέλους του έτους, υπονοώντας την καλά κρυμμένη παρουσία τους σε ολόκληρο το σώμα σχεδίων του έργου. Το τελευταίο έργο της Ντάβου, η μνημειακή εγκατάσταση Σκάλες και ιστία, αποκρυσταλλώνει ολόκληρη την καλλιτεχνική πορεία: η χειρονομιακή ζωγραφική των πρώιμων αναζητήσεων συνταιριάζεται με τη σειραϊκή προέλευση του τριγωνικού σχήματος των ιστίων και με τον νεκρικό και μεταφυσικό συμβολισμό της σκάλας, συμπυκνώνοντας, μέσα από την ποιητική μεταστοιχείωσή τους τη διαλεκτική εναλλαγή ζωής και θανάτου.
Σταμάτης Σχιζάκης, Τίνα Πανδή
1. «Από το έργο στη διαδικασία», Μεταμορφώσεις του μοντέρνου: Η ελληνική εμπειρία, επιμ. Άννα Καφέτση, Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου, Αθήνα 1992, σ. 191. Τα χρόνια της αμφισβήτησης: Η τέχνη του ’70 στην Ελλάδα, επιμ. Μπία Παπαδοπούλου, Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, Αθήνα 2005, σ. 101-103.
2. Για την κυριαρχία της αφαίρεσης στην Πανελλήνιο του 1960, τη δεύτερη από τις Πανελληνίους, στην οποία συμμετέχει η Μπία Ντάβου, η Ελένη Βακαλό επισημαίνει: «Στην Πανελλήνιο του ’60 η παρουσία της αφαίρεσης είναι επιβλητική. Δεν εμφανίζεται πια σαν μια τάση αλλά σαν καθεστώς, με ώριμες εκφράσεις στο έργο των κυριότερων εκπροσώπων της, του Κοντόπουλου, του Μάρθα, του Μαλτέζου και άλλων καλλιτεχνών της πρώτης γενιάς της Ελληνικής αφαίρεσης. Δίπλα στις δικές τους ήρεμες, ποιοτικές ανιχνεύσεις μια βιαιότερη έκφραση δίνεται από τους νεώτερους, κυρίως από εκείνους που ζούνε τις τρέχουσες διεθνείς εξελίξεις στα κέντρα του εξωτερικού και στέλνουν από εκεί τα έργα τους», Ελένη Βακαλό, Η φυσιογνωμία της μεταπολεμικής τέχνης στην Ελλάδα / Αφαίρεση, Κέδρος, Αθήνα 1981-1985, σ. 71.
3. Open Systems: Rethinking Art c. 1970, ό.π., σ. 13.
4. Βλ. Αναλυτικά στο κείμενο της ενότητας Σειραϊκές δομές 1.
5. Μπία Ντάβου, Συνέντευξη της Μπίας Παπαδοπούλου και του Δημήτρη Λ. Κορομηλά, ό.π., σ. 20.
6. Μπέντζαμιν Μπούκλο, «Από την αισθητική της διαχείρισης στη θεσμική κριτική», Από τη μινιμαλιστική στην εννοιολογική τέχνη: μια κριτική ανθολογία, επιστημονική επιμέλεια-εισαγωγή Νίκος Δασκαλοθανάσης, Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, Αθήνα 2006, σ. 356.
7. Η Μπία Ντάβου σημειώνει ότι η «επαφή με την ποίηση φέρνει απροσδόκητα αποτελέσματα». Μπία Ντάβου, Σειραϊκές δομές 2. Οδύσσεια. Μικρή ανακεφαλαίωση, ό.π.
8. Μαρία Μαραγκού, Μπία Ντάβου. Η καλλιτέχνιδα των “Ιστίων” μιλάει για την τέχνη, τον άνθρωπο και το λαϊκισμό, εφημ. Ελευθεροτυπία (29.4.1990). »