Στην έκθεση παρουσιάστηκε ο πρώτος σημαντικός πυρήνας 64 έργων βιντεοτέχνης μερικών από τους «κλασικούς» καλλιτέχνες του είδους, που αποκτήθηκαν από το Μουσείο το 2000, και καλύπτουν την ιστορική περίοδο 1965-1995. Παρουσιάστηκαν επίσης 4 ψηφιακά έργα σε Cd-Rom.
“Τα παρουσιαζόμενα έργα βιντεοτέχνης μπορούν να κατανοηθούν στον ευρύ ορίζοντα των μετα-αναπαραστατικών τάσεων, όπως διαμορφώθηκαν κατά το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα, οπότε επιστρέφουν στην πραγματικότητα για να διερευνήσουν κριτικά, στοχαστικά και ποιητικά την ανθρώπινη υπόσταση μέσα στο πλέγμα των κοινωνικών, επικοινωνιακών, υπαρξιακών και διαπολιτισμικών σχέσεων. Το βίντεο με τις πολλαπλές δυνατότητές του προσφερόταν ιδιαίτερα στη χρήση αλλά και στην εξάρθρωση πολλών κωδίκων συγχρόνως, ανάμεσα στους οποίους ο προφορικός και γραπτός λόγος, η φωνή, ο ήχος και η κοινή τους μήτρα, η σιωπή, έδωσαν την ευκαιρία για νέα και πολυσήμαντα οπτικοακουστικά παίγνια. Από μέσο καταγραφής το βίντεο έγινε στα χέρια των καλλιτεχνών ένα εξαιρετικά ευέλικτο εκφραστικό όργανο. Είναι αλήθεια ωστόσο ότι οι διαταράξεις, τα κενά, τα ρήγματα και τα σπασίματα της εικόνας, του λόγου και του ήχου καθιστούν πολλά έργα βιντεοτέχνης ερμητικά και δυσπρόσιτα. Το δυσανάγνωστο ορισμένων έργων επαυξάνεται από το ότι, σε αντίθεση με την παρατακτική ροή των εικόνων του σινεμά, το βίντεο επιτρέπει αλλοιώσεις, αλληλοεισχωρήσεις, ταυτόχρονες προβολές και αρέσκεται περισσότερο σε τολμηρές διακειμενικές αναφορές. Ωστόσο ο δεκτικός θεατής που θα μπει στο μουσείο αφήνοντας απ΄έξω εθισμούς που προσιδιάζουν σε παραδοσιακότερες εικαστικές μορφές και κυρίως στη συνθήκη της άμεσης και συνολικής θέασης και επαφής, δεν θα αργήσει να αποζημιωθεί. Βλέποντας και ξαναβλέποντας αυτά τα έργα θα επιχειρήσει τη δική του ανάγνωση με τη βεβαιότητα ότι δεν υπάρχει μια μονοσήμαντη και αποκλειστική
ερμηνεία.”
Άννα Καφέτση
Επιμέλεια: Άννα Καφέτση