Το έργο είναι βραβευμένο με την τρίτη έκδοση του Italian Council (2018), ενός διαγωνισμού σχεδιασμένου από τη Γενική Διεύθυνση Σύγχρονης Τέχνης και Αρχιτεκτονικής και Αστικών Περιφερειών (DGAAP), ένας οργανισμού του Ιταλικού Υπουργείου Πολιτιστικής Κληρονομιάς και Δραστηριοτήτων, για την προώθηση της ιταλικής σύγχρονης τέχνης στον κόσμο.
Το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (ΕΜΣΤ) σε συνεργασία με το Ίδρυμα Merz παρουσιάζουν την εγκατάσταση των Ιταλών καλλιτεχνών Botto&Bruno Η μπαλάντα των λησμονημένων περιοχών (The ballad of forgotten places), στο πλαίσιο της σειράς Το ΕΜΣΤ στον Κόσμο 3. Η εγκατάσταση υλοποιήθηκε με την υποστήριξη του Italian Council και εντάσσεται στο πρόγραμμα Tempo Forte Iταλία– Ελλάδα 2018, μια πρωτοβουλία της Πρεσβείας της Ιταλίας στην Αθήνα που σε συνεργασία με θεσμικούς και μη θεσμικούς φορείς, καλλιτέχνες και ειδικούς στοχεύει στην σύσφιξη των πολιτιστικών σχέσεων μεταξύ Ιταλίας και Ελλάδας. Στόχος είναι να προβληθούν οι διαφορετικές μορφές της «τέχνης», από τις πιο Κλασσικές ως τις πιο Σύγχρονες ώστε «να φέρουμε περισσότερη Ιταλία στην Ελλάδα και περισσότερη Ελλάδα στην Ιταλία». Η εγκατάσταση θα ξεκινήσει την περιοδεία της από το ΕΜΣΤ στην Αθήνα και θα ταξιδέψει και σε Μουσεία άλλων πόλεων της Ευρώπης.
Η παρουσίαση του έργου μαζί με την επιλογή από βίντεο έργα της συλλογής της Galleria Nazionale d’Arte Moderna e Contemporanea συνθέτουν το δεύτερο σκέλος της σειράς Το ΕΜΣΤ στον Κόσμο που ξεκίνησε το 2016 και αφορά συνεργασίες του Μουσείου με ιδρύματα και οργανισμούς του εξωτερικού, σε διαφορετική χώρα κάθε φορά, και με στόχο τη μελέτη της σύγχρονης τέχνης, τον διάλογο, τη σύμπραξη, την ανταλλαγή γνώσης, πρακτικών και δράσεων. Η φετινή τρίτη έκδοση της σειράς είναι αφιερωμένη στην Ιταλία.
Το Ίδρυμα Merz είναι γνωστό για τη στήριξη που παρέχει στα έργα των νέων Ιταλών καλλιτεχνών σε διεθνές επίπεδο και πάντα ασχολείται με την οικοδόμηση διαλόγου και την ανάπτυξη σχέσεων μεταξύ ανθρώπου και πολιτισμού. Μεταξύ άλλων, ένα από τα σημαντικότερα θέματα – από πολιτιστικής και κοινωνικής απόψεως – ενασχόλησης του Ιδρύματος ήταν οι χώρες της Μεσογείου οι οποίες υπήρξαν για κάποιο χρονικό διάστημα πρωταγωνιστές στα πλαίσια μίας εκτεταμένης πολιτιστικής και καλλιτεχνικής συζήτησης, όχι μόνο λόγω γεωπολιτικών ζητημάτων. Το Ίδρυμα Merz αναφέρει για το έργο των Botto&Bruno: «Οι μεγάλες διαφορές – μερικές φορές πραγματικοί διχασμοί – μεταξύ των χωρών της Ένωσης αποτελούν σημαντική πηγή περισυλλογής την οποία χρησιμοποιούν και αναφέρουν ορισμένοι φημισμένοι καλλιτέχνες στα έργα τους. Για προφανείς λόγους, η πλειοψηφία των μέσων μαζικής ενημέρωσης επικεντρώνονται στις χώρες της Μέσης Ανατολής. Ωστόσο, πιστεύουμε ακράδαντα ότι το ενδιαφέρον για τις χώρες και τις κοινότητες θα πρέπει να έχει ως σημείο αναφοράς τις ευρωπαϊκές περιφέρειες. Στην πραγματικότητα, δεν νοείται να φανταστούμε μία φιλόξενη, ικανή και περιβαλλοντολογικά ευαίσθητη Ευρώπη χωρίς να αναλύσουμε τις ανισότητες που ευνοούν τη διάσπασή της.Προς επίτευξη των ανωτέρω, το Ίδρυμα Merz αναγνώρισε στο πρόσωπο των καλλιτεχνών Botto&Bruno τους ιδανικούς συνομιλητές οι οποίοι θα μπορούσαν να προτείνουν κάτι καινούριο.»
Το έργο με τίτλο Η μπαλάντα των λησμονημένων περιοχών (The ballad of forgotten places) έχει έναν πραγματικά μεταναστευτικό χαρακτήρα. Δεν περιορίζεται στο να συλλέγει μόνο ίχνη και σημάδια της εποχής και των πολιτισμών που του έδωσαν μορφή και περιεχόμενο.
Ακολουθεί μία σύντομη δήλωση των καλλιτεχνών, στην οποία εξηγούν όλη την ιδέα:
«Το εν λόγω έργο πηγάζει από την ανάγκη για προστασία και φροντίδα ορισμένων απομακρυσμένων περιοχών, καθώς και από την ανάγκη να διατηρηθεί η μνήμη τους. Η ιδέα που θέλαμε να αναπτύξουμε είναι η σύλληψη ενός έργου το οποίο θα φιλοξενηθεί στα πλαίσια ενός ιδρύματος. Λαμβάνοντας υπόψη τα λεγόμενα του Augè «η εποχή μας δεν παράγει ερείπια διότι δεν έχει τον χρόνο να το κάνει», ξεκινήσαμε να οικοδομούμε μία κατασκευή η οποία μας θυμίζει την εικόνα ενός σύγχρονου ερειπίου: για τον λόγο αυτό, οι εξωτερικοί τοίχοι του οικοδομήματος θα αποτελούν τα ερείπια μίας σύγχρονης αρχιτεκτονικής δομής και συνεπώς τα ερείπια της δικής της ουτοπίας. Εντός της συγκεκριμένης αρχιτεκτονικής δομής, το κοινό μπορεί να εισέρχεται και να περπατάει σε αυτόν τον εξωτερικό/εσωτερικό χώρο εντός του οποίου περιβάλλεται από ένα προαστιακό τοπίο 360 μοιρών που καλύπτει τους τοίχους και το δάπεδο και το οποίο είναι γεμάτο σκουριά και λεκέδες, σαν να έχουν προκληθεί με το πέρασμα του χρόνου και μετατράπηκε σε δαγεροτυπία. Στο κέντρο του δωματίου υπάρχει ένα υπόγειο όπου εντοπίζεται ένα βιβλίο 300 περίπου σελίδων το οποίο περιλαμβάνει φωτογραφίες εικοσαετίας περιοχών που τώρα έχουν εξαφανιστεί, μεταμορφωθεί και ξεχαστεί: είτε πρόκειται για γυμνά εδάφη, είτε για βιομηχανικές περιοχές είτε για αστικά πάρκα πέρα από το κέντρο των πόλεων. Κάθε φωτογραφία του βιβλίου έχει φωτοτυπηθεί και υποστεί επεξεργασία με τη χρήση της ίδιας τεχνικής που χρησιμοποιήθηκε για τις εικόνες στους τοίχους. Πρόκειται για ένα είδος ρεύματος όπου οι τοποθεσίες δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία. Η ουσία έγκειται στο γεγονός ότι τις ενώνει μία κοινή μοίρα: το γεγονός ότι έχουν λησμονηθεί. Η ιδέα ενός σπιτιού το οποίο μολονότι εύθραυστο και ερειπωμένο επιλέγει να προστατέψει την ανάμνηση αυτών των λησμονημένων περιοχών, αποτελεί για εμάς τη μόνη λύση προκειμένου να μπουν τα θεμέλια για μία καινούρια και πιο εποικοδομητική προσέγγιση των περιβαλλοντολογικών θεμάτων. Το ίδρυμα που θα φιλοξενήσει το παρόν έργο θα πρέπει να προστατέψει, με άλλα λόγια να αγκαλιάσει, αυτό το ερείπιο το οποίο με τη σειρά του προσπαθεί να διατηρήσει τη μνήμη των εν λόγω περιοχών και πάνω από όλα να καταδείξει έναν κόσμο στον οποίο κάποια μέρη χρήσουν προστασίας και φροντίδας. Το όλο έργο μοιάζει με κινέζικο κουτί, κάτι σαν μηχανή του χρόνου όπου πρέπει να γίνει μία πρώτη βουτιά προκειμένου να ενεργοποιηθούν/κινητοποιηθούν τα πάντα για τον επισκέπτη. Η λύση επέρχεται μόνο όταν ο επισκέπτης αντιληφθεί το πόσο εύθραυστο είναι το τοπίο, καθώς και το γεγονός ότι πρέπει να το αγαπήσει και να το προστατέψει πριν να είναι πολύ αργά.»
Το Italian Council 2018 είναι ένα πρότζεκτ της Γενικής Γραμματείας για την Σύγχρονη Τέχνη και Αρχιτεκτονική και για τις Αστικές Περιφέρειες με σκοπό την προβολή της παραγωγής, της ενημέρωσης και της διάδοσης της ιταλικής δημιουργίας στις εικαστικές τέχνες.
Επιπλέον, το έργο έχει την υποστήριξη της Περιφερειακής Γραμματείας του MIBACT για το Πιεμόντε και των Ιταλικών Πολιτιστικών Ινστιτούτων των πόλεων της Αθήνας, της Μαδρίτης και της Λισαβόνας. Στο τέλος της περιοδείας των εκθέσεων στις προαναφερόμενες πόλεις, θα εγκατασταθεί οριστικά στο Musei Reali του Τορίνο.
ΧΟΡΗΓΟΙ
Με την υποστήριξη
Προώθηση
Εταίροι
Χορηγός Αερομεταφορών
Ευχαριστούμε για την ευγενική χορηγία του catering τα Ζαχαροπλαστεία «ΓΡ.ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ ΑΒΕΕ»
Χορηγοί Επικοινωνίας