Αλέξανδρος Γεωργίου, Βυθισμένος

Αλέξανδρος Γεωργίου – Χωρίς δικό μου όχημα Ι-V

Ωδείο Αθηνών

Τα τελευταία χρόνια η καλλιτεχνική δημιουργία του Αλέξανδρου Γεωργίου είναι αδιάρρηκτα συνδεδεμένη με την ταξιδιωτική εμπειρία. Το καλλιτεχνικό του έργο συνίσταται στην περιπλάνηση, τη δημιουργία εικόνων και τη συγγραφή κειμένων. Επιλέγοντας ως βασικά του εργαλεία το γραπτό λόγο, τη φωτογραφία και τη ζωγραφική δημιουργεί ένα έργο εικαστικό και λογοτεχνικό ταυτόχρονα. Οι εμπειρίες που αποκομίζει, οι γνώσεις που αποκτά και τα συναισθήματα που βιώνει όσο ταξιδεύει μετουσιώνονται σε ένα ευαίσθητο και τρυφερό καλλιτεχνικό σύμπαν. Ιστορίες και εικόνες που μιλάνε για το μακρινό και το κοντινό, το εδώ και το εκεί, τον Εαυτό και το Άλλο, το εσωτερικό και το εξωτερικό, την πνευματικότητα και την υλικότητα, μέσα από την καθημερινή ζωή του ανατολικού αλλά και του δυτικού κόσμου. Το πάθος του για την μετάδοση της γνώσης δημιουργεί ένα έργο πληθωρικό, αυθόρμητο, παραληρηματικό, ειλικρινές και εξομολογητικό.

Στα ταξίδια του ο καλλιτέχνης έχει ως «συνοδοιπόρους» του ορισμένους ανθρώπους στους οποίους στέλνει ταχυδρομικώς, σε καθημερινή βάση, το υλικό που συλλέγει και δημιουργεί: κάρτες που φτιάχνει ο ίδιος, φωτογραφίες που βγάζει πάνω στις οποίες επεμβαίνει ζωγραφικά, ασπρόμαυρες επιζωγραφισμένες φωτοτυπίες, CD με μουσική, ταινίες, βιβλία, ποιήματα, κ.ά. Μέσα από το υλικό αυτό, το οποίο συνοδεύεται από συναρπαστικά και αποκαλυπτικά κείμενα, ο Γεωργίου μεταφέρει στους αναγνώστες του τις προσωπικές του περιπέτειες, ενώ αυτοί τον ακολουθούν πνευματικά στο διαπολιτισμικό αυτό ταξίδι. Ο Γεωργίου μας παροτρύνει να δώσουμε προσοχή σε αυτό το οποίο περνά απαρατήρητο· το αθέατο, το τετριμμένο και το καθημερινό και μας μυεί σε έναν εύθραυστο και απόκρυφο κόσμο που βρίσκεται ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη φαντασία του καλλιτέχνη.

Τον Απρίλιο του 2005 ο καλλιτέχνης ξεκίνησε ένα ταξίδι δια ξηράς «χωρίς δικό του όχημα», χρησιμοποιώντας τα μέσα μαζικής μεταφοράς, από την Ελλάδα προς την Ινδία περνώντας από την Τουρκία, το Ιράν και το Πακιστάν. Το ταξίδι αυτό με τίτλο  Χωρίς δικό μου όχημα Ι: Αθήνα – Βαρανάσι αποτέλεσε και το πρώτο από τα πέντε μέρη του έργου που παρουσιάζεται στην παρούσα έκθεση. Όταν ο Γεωργίου πραγματοποίησε το πρώτο του ταξίδι, δε γνώριζε τι θα συναντήσει στην πορεία του αλλά ούτε και το αν θα ακολουθούσαν επόμενα. Πέρα από τους σταθμούς του ταξιδιού του, τίποτα δεν είναι προκαθορισμένο. Το πρώτο ταξίδι, τελικά, οδήγησε στο επόμενο: Χωρίς δικό μου όχημα ΙΙ: Βαρανάσι – Όκλαντ κατά το οποίο ο καλλιτέχνης ξεκίνησε από την Ανατολή διέσχισε την Ασία για να επιστρέψει αυτήν τη φορά στη Δύση. Ξεκινώντας από τον πρώτο του προορισμό κατέληξε στη Νέα Ζηλανδία περνώντας από το Μπαγκλαντές, την Ταϊλάνδη, τη Μαλαισία, την Ινδονησία και την Αυστραλία.

Tον Σεπτέμβρη του 2007 πραγματοποιεί το τρίτο του ταξίδι. Αυτό δεν αποτελεί ένα οδοιπορικό σε έναν ξένο τόπο, αλλά μια περιπλάνηση στην ίδια του την πόλη: Χωρίς δικό μου όχημα ΙΙI: Αθήνα. Τώρα ο καλλιτέχνης δεν μυεί τον αναγνώστη στο πολιτισμικά Άλλο, αλλά παρατηρεί με εξεταστικό βλέμμα το γνώριμο και το οικείο. Το 2009 και το 2011 ο Γεωργίου πραγματοποίησε δύο ακόμη έργα κατά τα οποία, όπως γίνεται αντιληπτό από τους τίτλους, έμεινε Ένα χρόνο στο Βαρανάσι και Ένα χρόνο στην Μπανγκόκ (σε έξι μήνες). Τα ταξίδια αυτά είχαν και έναν επιπρόσθετο στόχο. Ο καλλιτέχνης, επιλέγοντας να μείνει στις δύο αυτές πόλεις για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, παρότρυνε τους παραλήπτες των καρτών του, αλλά και άλλους του φίλους, να τον επισκεφτούν και να ανακαλύψουν από κοντά αυτά τα οποία τόσο καιρό διάβαζαν από μακριά.

Πέρα από την ανάγκη γνωριμίας άλλων πολιτισμών, το ταξίδι για τον Γεωργίου δεν σημαίνει απλά να γνωρίζει καινούργια μέρη, ανθρώπους και θρησκείες. Μέσα από το Άλλο και το διαφορετικό, ο καλλιτέχνης ανακαλύπτει εκ νέου την ταυτότητά του εντάσσοντας το ατομικό στο συλλογικό. Η εμπειρία της διαρκούς μετατόπισης του από τον έναν τόπο στον άλλον, είναι μια ανάγκη για προσωπική αναζήτηση και αναγνώριση του εαυτού.

Από τις 14 Νοεμβρίου και καθ’ όλη τη διάρκεια της έκθεσης ο Αλέξανδρος Γεωργίου θα βρίσκεται στο μουσείο τρεις φορές την εβδομάδα με σκοπό την πραγματοποίηση «ενός ταξιδιού μέσα στα ταξίδια» μαζί με τους επισκέπτες της έκθεσης. Κάθε φορά θα διηγείται μία ιστορία που υπάρχει πίσω από ένα έργο/ταξίδι και θα εξηγεί τον τρόπο που αυτό δημιουργήθηκε. Οι αφηγήσεις του θα αναφέρονται κυρίως στις εικόνες των καρτών στα ντοσιέ -που υπάρχουν στο χώρο της έκθεσης, αλλά που ο επισκέπτης δεν έχει πρόσβαση σε αυτά- αλλά και στη μουσική, τις ταινίες και τα βιβλία που βρίσκονται στον ειδικά διαμορφωμένο καθιστικό χώρο. Σκοπός του καλλιτέχνη είναι να ζωντανέψουν, μέσω της άμεσης επικοινωνίας, στιγμές των ταξιδιών και τα έργα να πάρουν μία νέα διάσταση στην φαντασία του επισκέπτη.

Επιμέλεια:
Δάφνη Βιτάλη