Ο Σεπτέμβριος έχει μόλις αρχίσει, και στο Project Room αρχίζουν να αναδύονται κάποιες μορφές: εσώρουχα φτιαγμένα από παλιά μπλουζάκια και μάσκες, ένα για φορέματα και ένα σακίδιο πλάτης φτιαγμένο από μια ποικιλία υλικών που εκτείνεται από υλικά συσκευασίας από πολυστυρένιο μέχρι κορδόνια πλεγμένα από σακούλες σκουπιδιών και πλαστικά κουμπώματα φτιαγμένα από μπουκάλια απορρυπαντικού. Θα ήθελα όμως να σε πάω λίγα βήματα πίσω, αγαπητέ αναγνώστη, στη χρονιά της συλλογής των σκουπιδιών μας και στους δύο μήνες που πέρασα ταξινομώντας τα.
Η απόφασή μου να συλλέξω τα σκουπίδια χρειαζόταν τη συγκατάθεση και τη συμμετοχή του γιου μου και του συζύγου μου. Ο σύζυγός μου ανησυχούσε ευλόγως για το πώς αυτό θα παραβίαζε τον ζωτικό μας χώρο ‒ ο οποίος ήταν ήδη συμπιεσμένος με όλη την οικογένεια να εργάζεται και να μελετά στο σπίτι εξαιτίας του covid και των lockdown. Συμφωνήσαμε να συγκεντρώνουμε τα σκουπίδια σε σακούλες έξω από το σπίτι μέχρι να καταφέρω να εξασφαλίσω έναν εξωτερικό χώρο όπου θα μπορούσα να δουλέψω το έργο. Χρειάστηκαν κάνα δυο μήνες για να καταλήξουμε σε «κανόνες» ως προς το τι και πώς θα αποθηκεύαμε. Στην αρχή, μάσκες και άλλα μη ανακυκλώσιμα σκουπίδια δεν αποθηκεύονταν με συνέπεια, ενώ τα εκτεταμένα απορρίμματα των covid tests απορρίφθηκαν σε πρώτη φάση ως δυνητικά επικίνδυνα βιολογικά απόβλητα. Κάποια στιγμή ωστόσο, και ενώ η απογοήτευσή μου για όλα αυτά τα υλικά μιας χρήσεως αυξανόταν, αποφασίσαμε να τα συλλέγουμε κι αυτά. Οι συσκευασίες τροφίμων, που ήταν λερωμένες από το περιεχόμενό τους, απαιτούσαν την κατανάλωση νερού προκειμένου να καθαριστούν. Με εξαίρεση τις μπαταρίες ‒ένα πολύ τοξικό απόβλητο‒ δεν κάναμε ανακύκλωση έτσι ώστε να κρατάμε όλες τις συσκευασίες.
Το 2021 δεν ήταν μια κανονική χρονιά. Ήταν μια πανδημική χρονιά, και η Ελλάδα έζησε αρκετά αυστηρά lockdown κατά τη διάρκεια των οποίων η κίνηση εκτός σπιτιού ήταν περιορισμένη. Ψωνίζαμε και μαγειρεύαμε διαφορετικά. Φτιάξαμε πολύ ψωμί, ήπιαμε πολύ καφέπολλές ώρες από το σπίτι και τον υπολογιστή. Δεν διασκεδάσαμε και δεν κάναμε πάρτι… Μπορεί όλοι να άλλαξαν κάπως την κατανάλωσή τους κατά τη διάρκεια της πανδημίας, ωστόσο τα σκουπίδια μας, με κάποιον τρόπο, χαρακτήριζαν επίσης εμάς. Ως βετεράνοι της λιτότητας και καλλιτέχνες, δεν έχουμε πολύ μεγάλη αγοραστική δύναμη. Το παλιό μας σπίτι, με το οινοποιείο, που ήταν η οικογενειακή επιχείρηση πριν από κάποιες γενιές, μας επιτρέπει να φτιάχνουμε κάθε χρόνο μόνοι μας το κρασί μας ‒ και να το πίνουμε από το βαρέλι και όχι από μπουκάλι.* Εκτιμούμε το σπιτικό και το χειροποίητο και δεν αγοράζουμε άχρηστα γκάτζετ. Επαναχρησιμοποιούμε και βρίσκουμε νέες χρήσεις για τα πράγματα όσο περισσότερο μπορούμε. Η διαρκής προσπάθεια της οικογένειάς μου να ελαχιστοποιεί, ψωνίζοντας συνετά, την ποσότητα των απορριμμάτων από συσκευασίες πιθανότατα δεν αποτελεί τον κανόνα. Παρ’ όλα αυτά, έχει ενδιαφέρον να ακούσει κανείς τις διαφορετικές αντιδράσεις των επισκεπτών του μουσείου σχετικά με την ποσότητα των σκουπιδιών μας. Αρκετοί άνθρωποι τα θεωρούν παρά πολλά ‒γιατί τα σκουπίδια ενός χρόνου μιας οικογένειας είναι πράγματι πολλά αν τα δεις όλα μαζί, αλλά πιστεύουν επίσης ότι εμείς συγκεκριμένα καταναλώνουμε πολύ. Πολλοί άνθρωποι ωστόσο θεωρούν την ποσότητα των σκουπιδιών μας μικρότερη απ’ ό,τι περίμεναν, στο βαθμό που έχουν κατά νου την ποσότητα που εκείνοι βγάζουν έξω κάθε βδομάδα. Οι συγκρίσεις γίνονται στη βάση των εθνικών αγοραστικών συνηθειών, των πολιτισμικών προσδοκιών για τις συσκευασίες, ή σχετικά με την αποτελεσματικότητα των τοπικών μηχανισμών ανακύκλωσης, και τις συνέπειες των περιορισμών όσον αφορά την ποσότητα των ιδιωτικών σκουπιδιών που ισχύουν σε κάποιες χώρες σε αντίθεση με την Ελλάδα όπου δεν ισχύει τίποτα από αυτά
Μετά από ένα χρόνο συλλογής σκουπιδιών, η καλλιτεχνική διευθύντρια του ΕΜΣΤ Κατερίνα Γρέγου με κάλεσε να χρησιμοποιήσω το Project Room για να δουλέψω το έργο μου. Όταν ένα φορτηγό έφτασε στο σπίτι μας για να μεταφέρει τα «γλυπτικά υλικά» μου στο μουσείο, οι οδηγοί μάλλον αναστατώθηκαν συνειδητοποιώντας ότι αυτό που θα μετέφεραν ήταν σκουπίδια. Για τους επόμενους δύο μήνες, το Project Room έγινε το σπίτι αυτών των σκουπιδιών, και παρατήρησα την απροθυμία κάποιων υπαλλήλων να διατηρούν τα φώτα της έκθεσης αναμμένα όταν εγώ δεν ήμουν εκεί, με τη σκέψη πως το έργο «δεν είχε τελειώσει». Όμως εγώ κατάλαβα ότι η έκθεση είχε ήδη αρχίσει διότι επισκέπτες ήδη έβαζαν το κεφάλι τους μέσα απ’ την πόρτα και με κοιτούσαν κατά τη διάρκεια της κάπως σιχαμερής και συχνά κουραστικής διαδικασίας ταξινόμησης των σκουπιδιών μου σε κατηγορίες υλικών. Κάποιοι κοιτούσαν, κάποιοι ντρέπονταν να κοιτάξουν. Τα σκουπίδια είναι κάτι που απωθούμε. Τα βγάζουμε έξω από τα σπίτια μας και μακριά μας όσο πιο γρήγορα μπορούμε. Είναι αηδιαστικά, είναι σχεδόν ντροπιαστικά, και οπωσδήποτε είναι προορισμένα να μένουν ιδιωτικά ‒ γιατί με κάποιον τρόπο αποκαλύπτουν τις συνήθειες, τις ασθένειες και τα οικονομικά μας. Αυτό ακριβώς, εντέλει, κάνει τα σκουπίδια τόσο ενδιαφέροντα για τους αρχαιολόγους που μελετούν πώς έζησε μια κοινωνία.
Πριν από λίγες εβδομάδες μιλούσα με έναν αρχαιολόγο που μελετά τις κοινωνίες μέσα από τα θραύσματα των κεραμικών τους, τα οποία είναι και τα κύρια απομεινάρια που επιβίωσαν στο πέρασμα του χρόνου. Αλλά ακόμη κι από ένα μόνο υλικό είναι δυνατό να κατανοήσεις, μέσω της διαφορετικής περιεκτικότητάς τους σε ορυκτά και του σχεδιασμού τους, τους εμπορικούς δρόμους και τη χειροτεχνία ενός λαού, και κάποιες από τις αξίες του που αποτυπώνονται στα σχέδια. Σκεφτείτε τι δώρα αφήνουμε στον αρχαιολόγο του μέλλοντος με τα πλαστικά μας και τα αντικείμενα μιας χρήσεως που καταβροχθίζουν υλικά από όλο τον κόσμο! Τι θα καταλάβουν για την κοινωνία και τον πολιτισμό μας; Θα γραφτούμε άραγε με θετική ματιά στα βιβλία της ιστορίας τους;
Στα σκουπίδια μου, αναγνώρισα απολύτως τις αδυναμίες και τις υπερβολές της οικογένειάς μου. Ακόμη ένα πακέτο ζυμαρικών, ακόμη ένα κουτί φάρμακα. Η τακτικότητα των περιεχομένων που βρίσκονταν στη μια σακούλα σκουπιδιών μετά την άλλη ήταν μπανάλ. Βρήκα ενοχλητικό το πάντρεμα των αναγκών και των συνηθειών μας με αποσυνδεδεμένα περιτυλίγματα μαζικής παραγωγής. Τα σκουπίδια μας είναι, ταυτοχρόνως, γενικά και προσωπικά. Οι παραλλαγές εντός τους προσλαμβάνονται σαν εγγραφές σε ένα ημερολόγιο… αυτό το περιτύλιγμα από κάποια γενέθλια, αυτό το χαρτί που σηματοδοτεί το τέλος μιας επιτυχούς σχολικής χρονιάς για τον γιο μου, εκείνο το μπουκάλι που μοιραστήκαμε σε μια αξιομνημόνευτη οικογενειακή βραδιά ‒ θυμάμαι το χρόνο σαν να κοιτάζω φωτογραφίες.
Η επί δύο μήνες ταξινόμηση των σκουπιδιών ήταν μια μαθητεία σε υλικά πολύ χρήσιμη τώρα που φτιάχνω το γλυπτό. Αγγίζοντας τα πλαστικά, αντιλαμβανόμουν ότι κάποια ήταν λιπαρά κι ελαστικά, κάποια ήταν εύθρυπτα και έκαναν έναν κριτσανιστό ήχο όταν τα δίπλωνες, άλλα είχαν ιδιότητες που μ’ έκαναν να νιώθω ηλεκτροστατικά φορτισμένη. Τη νύχτα, όταν έφευγα από το μουσείο, διάφορα πράγματα κολλούσαν πάνω μου. Είδα αντικείμενα σχεδιασμένα έτσι ώστε να είναι γερά και αδιάβροχα, και άλλα σχεδιασμένα για να είναι ελκυστικά στο μάτι. Είδα την ενέργεια, την επινοητικότητα και τον μόχθο που είχε καταβληθεί για την παραγωγή τους, και συνειδητοποίησα ότι σχεδόν ποτέ δεν τα παρατηρούμε όλα αυτά. Αγοράζουμε, καταναλώνουμε και πετάμε. Πολλά αντικείμενα φτιάχνονται από διαφορετικά υλικά τόσο περίπλοκα συνδεδεμένα μεταξύ τους που δεν μπορούν ποτέ να ανακυκλωθούν. Άλλα ήταν ήδη τόσο αποσυντεθειμένα σε μικροπλαστικά, που απελευθέρωναν και διαμοίραζαν τα χημικά τους συστατικά σε απειροελάχιστα σωματίδια που καταλάμβαναν τον αέρα, κυκλοφορούσαν στα υπόγεια ύδατα και προσλαμβάνονταν εύκολα από κάθε ζωντανό πλάσμα στη γη. Ένιωθα την τοξικότητα των υλικών μέσα από τη διαπερατότητα του δέρματός μου. Επιστρέφοντας στο σπίτι, έκανα ένα κρύο ντους για να αναγκάσω τους πόρους μου να κλείσουν. Προσπαθούσα να ξεπλύνω αυτά τα υλικά από πάνω μου ‒ όχι επειδή είναι σκουπίδια, αλλά επειδή είναι, όπως μάθαινα όλο και περισσότερο, τοξικά για τα σώματά μας.
Τελικά, το δωμάτιο έχει χωριστεί βάσει υλικών, οι πάγκοι εργασίας και τα εργαλεία έχουν μπει στο εργαστήριο. Οι τέσσερις βοηθοί γλύπτες έχουν ξεκινήσει πειράματα για να βρουν τρόπους να δημιουργήσουν σχοινί, ύφασμα, και καλάθια αποδομώντας τα σκουπίδια και στη συνέχεια υφαίνοντας, ράβοντας και διασυνδέοντας τα κομμάτια, χωρίς να χρησιμοποιούν κόλλες ή άλλα υλικά πέραν των ίδιων των σκουπιδιών. Τσάντες λαχανικών από δίχτυ διαλύονται σε νήμα. Μάσκες ράβονται και γίνονται ύφασμα, σακούλες πλέκονται σε κορδόνι. Αλουμινένια κουτιά σπάνε και διπλώνονται σε μεταλλικά φύλλα. Το χαρτί σκίζεται και ανασυντίθεται. Όλο αυτό ήταν μια επίπονη και χρονοβόρα δουλειά, αλλά μας πρόσφερε αποκαλύψεις σχετικά με το ανεκπλήρωτο δυναμικό των σκουπιδιών μας. Ήρθαμε αντιμέτωποι επίσης με τα όρια της γνώσης μας πάνω στα υλικά ή τα συστήματα παραγωγής τους. Σύντομα, θα ανεβάσω μια σελίδα με τα ερωτήματά μας. Παρακαλώ απαντήστε αν έχετε κάποια σχετική γνώση, ή νιώστε ελεύθεροι να μοιραστείτε τις απόψεις σας πάνω σε κάποια από τα ανοιχτά ερωτήματά μας.
*Ευτυχώς γι’ αυτό το πρότζεκτ! Αν είχαμε μπουκάλια αντίστοιχα της ποσότητας κρασιού που ήπιαμε, δεν θα είχα καμία ελπίδα να κουβαλήσω ή να σύρω το βάρος.
Επιστροφή στο blog
- Waste (Inheritance) #Report1
- Waste (Inheritance) #Report2
- Ερωτήσεις #1
- Waste (Inheritance) Report #3 από τη Νάντια Ελγκαζάρ
- Waste (Inheritance) Report #4 από το Νόρι Τσουλουχά
- Ερωτήσεις #2
- Waste (Inheritance) #Report5 από τον Πέτρο Τατσιόπουλο